Ακολουθούν μερικά πολύ ενδιαφέροντα αποσπάσματα από την ανάλυση με θέμα τους καλλικαντζάρους από το έργο "Παραδόσεις" του Νικολάου Πολίτη:
Κ. Ρωμαίος εν Εθνική Αγωγή 1899 σ. 13. - Οι Καλλικάντζαροι, τα περιεργότατα ταύτα πλάσματα της φαντασίας του ελληνικού λαού, πιστεύεται ότι είναι δαιμονικά όντα, ερχόμενα επί της γής δια να πειράζωσι τους ανθρώπους εν τακτώ χρόνω, κατά τας νύκτας του Δωδεκαημέρου, ήτοι από της παραμονής των Χριστουγέννων μέχρι της των Θεοφανείων. Αι περί τούτων δοξασίαι είναι κοινόταται εις πάσας τα ελληνικάς χώρας, έχουσι δ' ακραίφνως ελληνικόν χαρακτήρα, διότι αι εξενεχθείσαι εικασίαι περί τουρκικής ή αλβανικής προελεύσεως αυτών είναι, ως θα δειχθή κατωτέρω, παντελώς αστήρικτοι. Αφετηρία δε προς γένεσιν και διάπλασιν αυτών ήσαν ελληνικά έθιμα, εις ων την επισκοτισθείσαν ανάμνησην συνυφάνθησαν παλαιαί μυθικαί παραστάσεις και δεισιδαίμονες πράξεις.
Πολλαί δ' είναι αι προταθείσαι ετυμολογίαι του δυσετυμολόγητου ονόματος τούτου εκ της ελληνικής γλώσσης. Ο Κοραής (Ατ. τ. Δ' σ.211) είκασεν, ότι το Καλλικάντζαρος εγεννήθη ίσως από λέξιν σύνθετον Καλλικάνθαρος και ότι το μέν πρώτον μέρος του συνθέτου πιθανόν είναι κατ'ευφημισμόν, ως αι Νεραίδες ονομάζονται και καλαί αρχόντισσαι, το δε κάντζαρος έγινεν από το κάνθαρος, καθώς το καντζόχοιρος από το ακανθόχοιρος. Προς ενίσχυσιν δε της γνώμης ταύτης επάγεται και την αρχαίαν παροιμίαν "Κανθάρου σκιαί" λεγομένην επί των φοβουμένων τα μη άξια φόβου. Η ετυμολογία αυτή πολλάς φαίνεται έχουσα πιθανότητας άλλως τε και συνάδουσα προς τους φθογγολογικούς νόμους της ελληνικής γλώσσης. Ας προστεθή δ' εις ταύτα ότι εν Θεσσαλία καλούνται Καλλικάντζαροι είδος μεγάλων κερασφόρων κανθάρων.
Ο Κ. Οικονόμος είκασεν ότι το όνομα Καλλικάντσαρος παρήχθη εκ του λατινικού καλιγάτος (caligatus), του δηλούντος τον ένοπλον στρατιώτην, δια τα καλίγια (caliga) δι' ών ήτο υποδεδεμένος. Την ετυμολογίαν ταύτην ατυχεστάτην λέγει ο Schmidt, αλλά δεν είναι χειροτέρα πάσης άλλης, πάντως δ' αξία προσοχής είναι η συνάφεια, ήν διέγνωσεν ο Οικονόμος, του ονόματος προς τα καλίγια ή καλίκια. Η συνάφεια δ' αύτη υπεμφαίνεται εις τον τύπον Καλλιτσάγγαρος, τον επιχωριάζοντα εν Πύργω της Τήνου και παρά τοις Έλλησι των δυτικών παραλίων του Ευξείνου, εξ ου ίσως προήλθον οι τύποι Καλλικάντζαρος Λυκοκάντζαρος και άλλοι τοιούτοι. Ο λαός εξηγεί το όνομα, ως σημαίνον εκείνους που καλά τσαγγαρώνουν, ήτοι ευχερώς και ασφαλώς αναρριχώνται, αναφερόμενος εις τη δοξασίαν, την αποδίδουσαν εις τους Καλλικαντζάρους την δύναμιν του ν' αναρριχώνται εις τας στέγας των οικιών και να κατέρχωνται δια της καπνοδοχής. Η λέξις τσαγγίον η κατά τους βυζαντινούς χρόνους δηλούσα είδος υψηλών υποδημάτων, δεν περιεσώθη, αλλ' η εκ ταύτης παραγόμενη τσαγγάρης είναι και σήμερον κοινοτάτη, σημαίνουσα τον υποδηματοποιόν. Η δε λέξις καλίκι είναι άλλος τύπος, επίσης συνήθης του καλίγι (caliga) και επίσης παλαιός σημαίνουσα κουφόν υπόδημα, αλλά και την χηλήν. Προσφυής άρα είναι η ονομασία ή δηλούσα τον Καλλιτσάγγαρον ως έχοντα καλίκια αντί τσαγγίων, η ως έχοντα καλά τσαγγία, διότι αναφέρεται εις τας περιέργους δοξασίας περί των ποδών και της υποδέσεως αυτού. Ως λεπτομερέστερον εκτίθεται εις τας σημειώσεις εις αρ. 592 και 598 οι Καλλικάντζαροι πιστεύεται ότι έχουσι καλίκια ήτοι χηλάς τράγων αντί ποδών, ή ότι φορούσι τσαγγία, ή σιδεροπάπουτσα, ή τσαρούχια, ή έχουσι πόδας όνου και ξύλινα υποδήματα, ή έχουσι τους πόδας αντιστρόφως διατεθειμένους, με την πτέρναν έμπροσθεν και τους δακτύλους όπισθεν. Εις τας αυτάς δε δοξασίας φαίνεται αναφερόμενον και το κατά τους βυζαντινούς χρόνους εν χρήσει όνομα του Καλλικατζάρου Βαβουτζίας ή Βαβουτζικάριος, όπερ ευστόχως ο Roscher συνάπτει προς την λέξιν παπούτσι.
(συγχωρείστε μας την έλλειψη του πολυτονικού)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.